Οι περισσότεροι από εμάς έχουν ακούσει μουσική του Τζόζεφ Χάϋδν, κυρίως τις σονάτες ή τα κουαρτέτα των εγχόρδων. Η μουσική του έχει το γνώριμο ύφος της «Κλασσικής» Περιόδου τόσο όσον αφορά στην αρμονία
όσο και στην μορφή και αυτό είναι αναμενόμενο καθότι ο Χάϋδν συνέθεσε το μεγαλύτερο κομμάτι του έργου του ως μουσικός του παλατιού. Το σημερινό πρόγραμμα, θα σας εισάγει στην εκκλησιαστική μουσική του Χάϋδν η οποία είναι αρκετά λιγότερο συνηθισμένη και γνώριμη.
- Το μοτέτ “Insanae et Vanae Curae” είναι η τελευταία δουλειά του Χάϋδν. Είναι η τελική του απόφαση για την ματαιότητα της ζωής και είναι ένα από τα πιο δραματικά και χρωματικά του έργα. Η αυθεντική του σύνθεση αφορούσε χορωδίο και ορχήστρα αλλά η σημερινή παράσταση θα χρησιμοποιήσει τη διάσημη ενορχήστρωση για εκκλησιαστικό όργανο από τον J. Barnby.
-Το εκκλησιαστικό όργανο ήταν σχετικά ασήμαντο κατά την «Κλασσική» περίοδο, κατά συνέπεια υπάρχουν λίγα έργα γραμμένα για αυτό από Κλασσικούς συνθέτες. Παρότι ο Χάϋδν έπαιζε εκκλησιαστικό όργανο, το μόνο έργο του γι’αυτό, ήταν ένα κοντσέρτο. Ωστόσο, οι συνθέσεις του για κλαβιέ είναι εύκολα προσαρμόσιμες για ερμηνεία στο εκκλησιαστικό όργανο όπως θα ακούσουμε στην «Σονάτα σε Ρε».
-Το «Creation» είναι το πιο γνωστό χορωδιακό έργο του Χάϋδν και το τραγούδι «The Heavens are Telling» είναι το πιο γνωστό κομμάτι αυτού του έργου. Ενός έργου, πολύ όμορφου στην απλότητα του.
-Η τέταρτη μουσική που θα ακούσετε απόψε, ονομάζεται Missa brevis de St Joannis de Deo, γνωστή κι ως η μικρή λειτουργία για εκκλησιαστικό όργανο. Γραμμένη από τον Χάϋδν το 1775 για το μοναστήρι του Eisenstadt, ήταν αρχικά μια πολύ σύντομη λειτουργία για χορωδίο, 2 βιολιά και μικρό όργανο. Τα Gloria και Credo τμήματα της ήταν πολύ σύντομα λόγω του καταμερισμού του λιμπρέτου με τρόπο που η κάθε φωνή τραγουδούσε τα λόγια της ταυτόγχρονα με τις άλλες, γεγονός που έφερνε τον ακροατή σε σύγχυση. Το 1795 ο αδερφός του Τζόζεφ Χάϋδν, Μάϊκλ, άλλαξε τη λειτουργία επεκτείνωντας τα Gloria και Credo τμήματα της ενώ παράλληλα, πρόσθεσε και μερικά επιπλέον όργανα, συμπεριλαμβανομένης της τρομπέτας.Το έργο έπεσε σε αφάνεια μέχρι το 1923 όταν ο F. Habel εξέδωσε μια παρτιτούρα με τα τμήματα Gloria και Credo επιμηκυμένα, για να καλύψει όπως είπε «τις ανάγκες της λειτουργίας». Αυτή είναι και η εκδοχή που θα ακούσετε σήμερα. Αν κι όχι η αρχική εκδοχή του Χάϋδν, η ικανή ανακατανομή κάποιων τμημάτων του έργου από τον F. Habel μας έχει δώσει ένα άριστα ισορροπημένο έργο. Αποτελεί αναμφισβήτητα μουσική προς «εγρήγορση της θρησκευτικής λατρείας» (Fellerer). <<return
|